Η ελευθεροτυπία στο στόχαστρο

Νίκος Μπούνας

Ως ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα του Διαφωτισμού, η ελευθερία του τύπου, ξεκινώντας από την Αγγλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει αποκτήσει σήμερα θεσμική υπόσταση ως θεμελιώδες δικαίωμα τόσο σε διεθνείς οργανισμούς όσο και σε πολλά κράτη. Αναπόσπαστο κομμάτι της φιλελεύθερης δημοκρατίας θεωρείται ένας ελεύθερος, μη κατευθυνόμενος τύπος, ο οποίος δεν υπόκειται σε καμία λογοκρισία. Η λειτουργία της ελευθεροτυπίας όμως, δεν είναι μόνο ένας δείκτης για την ποιότητα της δημοκρατίας αλλά και προϋπόθεση γι’ αυτή. Πρόκειται, δηλαδή, για μια αμφίδρομη σχέση κατά την οποία η ελευθερία του τύπου και ο πλουραλισμός των μέσων ενημέρωσης συγκαταλέγονται μεν στα συστατικά στοιχεία ενός δημοκρατικού κράτους, παράλληλα δε, οι σταθεροί δημοκρατικοί θεσμοί και η δημοκρατική κουλτούρα της πλειοψηφίας των πολιτών, αποτελούν προαπαιτούμενα για την ελευθεροτυπία. Στη σημερινή πολύπλοκη και απαιτητική καθημερινότητα των πολιτών, όπου η τεχνολογική εξέλιξη μεταβάλλει καθημερινά τις συνθήκες της ζωής τους, δεν νοείται η ελευθερία του τύπου να θεωρείται ούτε δευτερεύουσας σημασίας ούτε πολυτέλεια. Έχει ιδιαίτερες κοινωνικές προεκτάσεις, διότι οπλίζει την κοινωνία, ώστε να δύναται να αναγνωρίζει τις προβληματικές καταστάσεις, να τις επεξεργάζεται, να παίρνει θέση, να αντιδρά.

Αν ανατρέξουμε πίσω, στη “Γερμανική Ιδεολογία” των Μαρξ και Ένγκελς, στεκόμαστε σε μια φράση που προκαλεί αυτομάτως συνειρμούς: «οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης είναι σε κάθε εποχή οι κυρίαρχες ιδέες». Εντυπωσιακό δεν είναι τόσο το γεγονός ότι η θέση αυτή επιβεβαιώνεται και στον 21ο αιώνα, όσο ότι βρίσκει εφαρμογή και σε δημοκρατικά συστήματα με πλουραλισμό στα μέσα ενημέρωσης. Σε συστήματα που ευαγγελίζονται ακριβώς το πέρασμα από έναν αυταρχικό κόσμο σε έναν κόσμο ανεκτικότητας και πολυφωνίας. Στη χώρα μας έχει γίνει περίπου αυτονόητο να ταυτίζεται η οπτική όσων κατέχουν πολιτική και οικονομική ισχύ με εκείνη της πλειοψηφίας των μέσων. Διότι οι απόψεις και οι ενέργειες αυτών των ελίτ αποτελούν τις βασικές πηγές από όπου μια μεγάλη μερίδα δημοσιογράφων αντλεί την πληροφόρησή της και μέσα από την υποτιθέμενη αντικειμενική αποτύπωση των τεκταινομένων, δημιουργεί δεδομένα, πάνω στα οποία βασίζεται η περαιτέρω πολιτική διαδικασία. Η ανησυχητική ευθυγράμμιση των μεγαλύτερων μέσων ενημέρωσης, η copy-paste δημοσιογραφία, φανερώνει ότι κάτι προβληματικό συμβαίνει.

Όσο ανεπίκαιρο ή αναχρονιστικό και αν ακούγεται, στην Ελλάδα του 2022, η ελευθερία του τύπου βρίσκεται στο στόχαστρο. Οι βασικοί παράγοντες που απειλούν την ελευθεροτυπία είναι αυτοί ακριβώς που καθορίζουν τον πολιτικό βίο στα λιγότερο δημοκρατικά ή αυταρχικά καθεστώτα και που στοχεύουν στην προστασία των αυθαιρεσιών των κυβερνώντων. Πρόκειται για παράγοντες εξωτερικούς, όπως είναι οι πολιτικές και οικονομικές επιρροές αλλά και εσωτερικούς, όπως είναι οι ιδιοκτήτες των μέσων και τελικά και οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι. Εκεί όμως που πρέπει κατά κύριο λόγο να εστιάσουμε είναι η επιθετική τακτική του κράτους μέσω της λογοκρισίας και των ποινικών διώξεων, η πολυδιάστατη παρέμβαση επιχειρηματικών συμφερόντων καθώς και η οικονομική πίεση μέσω της συγκέντρωσης των μέσων ενημέρωσης σε λίγους, πράγμα που αυτονόητα λειτουργεί ως τροχοπέδη για τη δημοκρατία και τον πλουραλισμό.

Φαινόμενα όπως η κατάχρηση εξουσίας, η διαφθορά και η εξυπηρέτηση συμφερόντων, δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι θα αποκαλυφθούν από τους ίδιους τους εμπλεκόμενους, συνήθως οι δημοσιογράφοι είναι αυτοί που αναλαμβάνουν να τα φέρουν στην επιφάνεια. Όταν αυτό δεν είναι εφικτό, καταργείται στην πράξη ο πρωταρχικός ρόλος των ΜΜΕ ως μηχανισμοί ελέγχου της εξουσίας, καθώς επιβιώνουν μόνο τα μέσα που πρόθυμα λειτουργούν απλά ως αναμεταδότες ή χειροκροτητές κυβερνητικών ή επιχειρηματικών επιλογών. Στη χώρα μας, η αποκάλυψη πολιτικών σκανδάλων συχνά δεν φτάνει καν στη δικαιοσύνη αλλά και όταν αυτό συμβαίνει, η αντιμετώπισή τους είναι επιδερμική. Ακόμα πιο προβληματική είναι βέβαια η κατάσταση, όπου ο δημοσιογράφος δεν μπορεί να φτάσει ούτε μέχρι την αποκάλυψη. Η λεγόμενη ερευνητική δημοσιογραφία αντιμετωπίζεται ακόμα πιο εχθρικά από τα διάφορα κέντρα εξουσίας. Και αναρωτιέται πραγματικά κανείς, πώς είναι δυνατόν μια δημοκρατική πολιτεία να μην στηρίζει με κάθε τρόπο αυτή την ιδιαίτερη μορφή δημοσιογραφίας, καθώς μέσω αυτής προωθείται η διαφάνεια στον δημόσιο βίο και αναβαθμίζεται ποιοτικά ο ίδιος ο ρόλος των μέσων ενημέρωσης. Γιατί η ερευνητική δημοσιογραφία αναδεικνύει το σημαντικό μόνο περιεχόμενο των πληροφοριών, περιορίζει τα λάθη και αυξάνει την αξιοπιστία και κατ’ επέκταση την εμπιστοσύνη από την πλευρά των πολιτών, εξασφαλίζει τη δημοσιογραφική αυτονομία, ευνοεί τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ των μέσων, δηλαδή την ποικιλία των ιδεών και την ελευθερία των πληροφοριών και εν τέλει την ίδια την αλήθεια.

Είναι, λοιπόν, ζήτημα δημοκρατίας η προάσπιση της πληροφορίας ως δημόσιο αγαθό και η διασφάλιση της απρόσκοπτης διακίνησής της. Και η ευθύνη ανήκει πρωταρχικά στην πολιτική εξουσία.

 

*Ο Νίκος Μπούνας είναι πολιτικός επιστήμονας και διεθνολόγος, ειδικός επί ευρωπαϊκών θεμάτων

** Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο tvxs.gr

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *