Τοπική αυτοδιοίκηση – ένα βήμα πίσω

Πριν μερικές ημέρες, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έφερε προς ψήφιση στη Βουλή το νέο σχέδιο νόμου για την τοπική αυτοδιοίκηση που καταργεί το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής.

Η απλή αναλογική που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2019 δεν πρόλαβε να αφομοιωθεί επαρκώς από τους πολιτικούς και τους πολίτες, κυρίως σε επίπεδο πρακτικό. Παρά τις επιμέρους αδυναμίες που παρουσίασε κατά την πρώτη εφαρμογή της και οι οποίες οφείλονται, μεταξύ άλλων, και στην άρνηση αυτοδιοικητικών παραγόντων να αποδεχτούν τη νέα πραγματικότητα, οδήγησε σε συγκλίσεις και συνεργασίες, στη συνεχή ενεργή συμμετοχή των παρατάξεων, με τις μικροπολιτικές σκοπιμότητες να μπαίνουν σε δεύτερο πλάνο, αλλά και στην υποχώρηση φαινομένων καθεστωτισμού. Νέα πρόσωπα, νέες παρατάξεις, διεύρυνση ιδεολογική και πολιτική διαμόρφωσαν ένα διαφορετικό τοπίο σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Άρχισε να γίνεται φανερό ότι η συνέχιση εφαρμογής του εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής θα μπορούσε πλέον να βάλει πιο ενεργά στο παιχνίδι τους ίδιους τους πολίτες, τώρα που συνειδητοποίησαν ότι η ψήφος του καθενός έχει αξία και ότι ο εκλεγμένος δήμαρχος/περιφερειάρχης δεν μπορεί να διαθέτει απόλυτη κυριαρχία. Επιπλέον, από εδώ και πέρα θα μπορούσε να εμπεδωθεί και να γίνει συνείδηση η κουλτούρα συνεργασίας και συνεννόησης, που τόσο ανάγκη έχουν τα ζητήματα τοπικού χαρακτήρα, αλλά και να ενδυναμωθούν οι δημοκρατικές διαδικασίες στα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια. Αυτή η διεύρυνση του δημοκρατικού πλαισίου, που θα μπορούσε, έστω και εν μέρει, να διορθώσει τα κακώς κείμενα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, έτσι όπως αυτή λειτουργεί σήμερα, έρχεται να ανασχεθεί με την κατάργηση της απλής αναλογικής. Ενώ δηλαδή ο πλουραλισμός των απόψεων είχε αρχίσει να αποτελεί δεδομένη συνθήκη, αφού τόσο οι διάφορες πολιτικές παρατάξεις όσο και η αποδυναμωμένη κοινωνία των πολιτών (κινήματα, κινήσεις πολιτών, πρωτοβουλίες κοινωνικών ομάδων) είχαν τη δυνατότητα να αποκτήσουν εκπροσώπηση μέσα στα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια, επανερχόμαστε στην πρότερη κατάσταση του απόλυτου ελέγχου και των αποκλεισμών.

Οι πολίτες των σύγχρονων τοπικών κοινωνιών δεν έχουν ανάγκη από αυτοδιοικητικούς αφέντες αλλά από αυθεντικούς εκπροσώπους της κοινωνικής βούλησης για την αντιμετώπιση των κοινωνικών αναγκών. Μέσα από το καλπονοθευτικό σύστημα που εισάγεται και σύμφωνα με το οποίο ο νέος δήμαρχος/περιφερειάρχης με ένα ποσοστό της τάξης του 43% ή και πολύ μικρότερο κατά τον πρώτο γύρο, απολαμβάνει της τεχνητής πλειοψηφίας του 60% του δημοτικού/περιφερειακού συμβουλίου, ακυρώνεται η ίδια η αποστολή του πολιτικού συστήματος, η οποία εδράζεται στη συνεχή ενδυνάμωση της δημοκρατίας. Τίθεται υπό αμφισβήτηση η ισοδυναμία της ψήφου, καθώς η αναντιστοιχία ψήφων και κερδισμένων εδρών δημιουργεί αυτόματα πολίτες δύο ταχυτήτων. Παρατηρείται λοιπόν το οξύμωρο, στο σύστημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας να καταστρατηγείται η αρχή της αντιπροσωπευτικότητας.

Η σύγχρονη δημοκρατία, για να εξασφαλίσει σταθερότητα και εξέλιξη, απαιτεί την όλο και πιο ενεργή συμμετοχή των πολιτών στις διαδικασίες και στα κέντρα λήψης των αποφάσεων καθώς και ισχυρούς αντιπροσώπους. Φαίνεται πως ο νέος φοβικός προς τη δημοκρατία και αναχρονιστικός νόμος κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση.

 

*Ο Νίκος Μπούνας είναι πολιτικός επιστήμονας και διεθνολόγος, ειδικός επί ευρωπαϊκών θεμάτων

** Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο tvxs.gr

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *